Η στέβια ΔΕΝ προκαλεί υπογονιμότητα

You are currently viewing Η στέβια ΔΕΝ προκαλεί υπογονιμότητα

Επανακυκλοφορεί ο ισχυρισμός ότι το γλυκαντικό στέβια, προκαλεί υπογονιμότητα. Αυτό ωστόσο δεν ισχύει.

Παράδειγμα πρόσφατης δημοσίευσης στο lumi-news.gr και παλαιότερα στο winnersseminarsgroup.com και katohika.gr.

Στα ανωτέρω διαβάζουμε:

Ένα αθόρυβο μέσο αποπληθυσμού της ανθρωπότητας.. Ποιο είναι αυτό;;;
Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες που έχουν αξιολογηθεί από ομοτίμους, η Στέβια είναι απίστευτα επιτυχημένη στη μείωση της γονιμότητας. Πολυάριθμες μελέτες σε ζώα και ανθρώπους έχουν βρει ότι η στέβια μειώνει τη γονιμότητα κατά 57 έως 79%.

Στέβια, ένα ακόμη δηλητήριο στα αναψυκτικά μας – Προκαλεί σημαντική μείωση των τιμών τεστοστερόνης και υπογονιμότητα
… αναρτήθηκε στο διαδίκτυο άρθρο, το οποίο δεν έχει πηγές, όπου αναφέρεται ότι η Στέβια είναι τοξική, προκαλεί μείωση της τεστοστερόνης και υπογονιμότητα. Ούτε λίγο ούτε πολύ η Στέβια αποκαλείται “δηλητήριο”.

Τι ισχύει

Η στέβια είναι ένα φυσικό υποκατάστατο της ζάχαρης, με ισχυρές γλυκαντικές ικανότητες, που προέρχεται από το φυτό Stevia rebaudiana, το οποίο απαντάται στη Βραζιλία και την Παραγουάη.

Οι γλυκοζιτες στεβιόλης, έχουν εγκριθεί για χρήση σε αναψυκτικά χωρίς ζάχαρη, ζεστά ροφήματα, μαρμελάδες, αρωματισμένο γάλα και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα, κέικ, επιδόρπια και αλκοολούχα ποτά, μεταξύ άλλων.

Οι γλυκοζίτες στεβιόλης εγκρίθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2010, αφού η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) διενήργησε μια συνολική ανάλυση όλων των διαθέσιμων στοιχείων και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι ασφαλή για ανθρώπινη κατανάλωση.

Ο ισχυρισμός πως η στέβια μπορεί να προκαλέσει υπογονιμότητα, προέρχεται κυρίως από δυο μελέτες. Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε το 1968 και έγινε σε αρουραίους και όχι ανθρώπους. Η μελέτη είχε τίτλο “Αντισυλληπτικές ιδιότητες της Stevia rebaudiana”. Διαπιστώθηκε ότι η στέβια, η οποία χορηγήθηκε σε ιδιαιτέρως υψηλές δόσεις, συνέχισε να μειώνει τη γονιμότητα στους αρουραίους, ακόμη και 50-60 ημέρες, μετά τη διακοπή της πρόσληψης. Η δεύτερη μελέτη, που δημοσιεύτηκε το 1999, επίσης ανέφερε πως διαπιστώθηκαν αντισυλληπτικές ιδιότητες της στέβια, όταν χορηγήθηκαν, επίσης σε μεγάλες δόσεις, σε θηλυκά ποντίκια. Αμφότερες, θεωρήθηκε αμφιλεγόμενες, κυρίως λόγω της μεθοδολογίας τους.

Παρά το γεγονός πως υπάρχουν ανησυχίες για την επίδραση της στέβια στη γονιμότητα, με βάση μελέτες όπως οι ανωτέρω, υπάρχουν κάποιες λεπτομέρειες που πρέπει να ληφθούν υπόψιν, όπως για παράδειγμα το γεγονός πως χορηγήθηκαν υπερβολικά μεγάλες ποσότητες και δεν έγιναν πάνω σε ανθρώπους. Τα αποτελέσματα αυτών των μελετών, δεν μπόρεσαν να επιβεβαιωθούν από μετέπειτα μελέτες (παράδειγμα εδώ).

Με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές του ΠΟΥ, της ΕΕ και του αμερικανικού FDA (generally recognized as safe – GRAS), η στέβια δεν είναι τοξική, δεν προκαλεί μεταλλάξεις και υπογονιμότητα και δεν χρησιμοποιείται ως μέσο αντισύλληψης, ειδικά όταν οι καταναλωτές την καταναλώνουν με βάση τη συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη των 4 mg / kg σωματικού βάρους.

Τέλος, δύο μεγάλες ανασκοπήσεις μελετών (εδώ και εδώ), που δημοσιεύτηκαν το 2010, δεν διαπίστωσαν ανησυχίες για την υγεία από τη χρήση του φυτού Stevia Rebaudiana ή του φυσικού γλυκαντικού που προέρχεται από αυτό.

Συμπέρασμα

Ο ισχυρισμός πως η στέβια προκαλεί υπογονιμότητα είναι παραπλανητικός. Βασίζεται σε αμφιλεγόμενες μελέτες. Με βάση ανασκοπήσεις μελετών και τις κατευθυντήριες γραμμές διεθνών οργανισμών υγείας, αυτό δεν ισχύει.